Accueil > Term: κάρβουνο
κάρβουνο
Στερεό υπόλειμμα αποτελούμενο κυρίως από άνθρακα που προέρχεται από την απόσταξη, destructive ξυλείας λόγω της έλλειψης αέρα.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Environnement
- Catégorie : Statistiques de l'environnement
- Company: Nations Unies
0
Créateur
- Khrysaor
- 100% positive feedback