Accueil > Term: κόκορας
κόκορας
Μια ώριμη αρσενικό κοτόπουλο με χοντρό δέρμα, από βαμμένη και σκοτεινό κρέας και σκληρύνει στέρνο άκρη.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Alimentaire (autres)
- Catégorie : Food safety
- Company: USDA
0
Créateur
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)