Accueil > Term: πιστωτικός λογαριασμός
Ένας λογαριασμός που επιτρέπει στους αγοραστές να αποκτούν αγαθά ή υπηρεσίες, χωρίς να πληρώσουν για αυτά πριν από μία μεταγενέστερη ημερομηνία.
(You must log in first to edit the definition.)
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Logiciels
- Catégorie : Erp
- Company: SAP
- Produit : SAP Business One
- Acronyme-Abréviation :
- Synonyme(s) :
- Actualités liées :
- Type de document : Documentation; Online Help
- Contexte :
- term_reference:
- definition_reference:
- context_reference:
- Autre référence :
Créateur
- chriskerpini
(Athens, Greece)
-
(Bronze)
154 points - 100% positive feedback