Accueil > Term: διακινδυνεύσουμε (γενετικής)
διακινδυνεύσουμε (γενετικής)
Οποιαδήποτε διαφορά στο χαρακτήρα μεταξύ ατόμων λόγω της γενετικής διαφορές, όπως μπορεί να προκύψει διζυγωτικά δίδυμα, ή μεταξύ ζεύγη αντιστοίχησης σε μια μελέτη κοορτής υπόθεση σχετικά.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Biologie; Chimie
- Catégorie : Toxicologie
- Company: National Library of Medicine
0
Créateur
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)