Accueil > Term: hijiki
hijiki
Ένας τύπος αποξηραμένα, μαύρο φύκια που έχουν ανασυσταθεί στο νερό και χρησιμοποιούνται ως λαχανικό στα σούπες και άλλα πιάτα. Γεύση hijiki έχει ένα χαρακτήρα του αστεροειδούς ελαφρά.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Arts culinaires
- Catégorie : Cuisine
- Company: Barrons Educational Series
0
Créateur
- Khrysaor
- 100% positive feedback