Accueil > Term: λίστα
λίστα
(1) Ένα σύνολο δεδομένων στοιχείων, καθένα από τα οποία έχει το ίδιο definition.~(2) δεδομένα εκτύπωσης Ή διαφορετικά να εμφανίσετε ένα σύνολο από στοιχεία δεδομένων του.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Informatique; Logiciels
- Catégorie : Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
Créateur
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)