Accueil > Term: μητρική γλώσσα
μητρική γλώσσα
Η πρώτη γλώσσα που μαθαίνει κάποιος να μιλά, η οποία βασίζεται στον πολιτισμό, στη χώρα και στην οικογένεια.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Education
- Catégorie : Enseignement
- Company: Teachnology
0
Créateur
- MaryK
- 100% positive feedback
(Greece)