Accueil > Term: περίπτερο
περίπτερο
1) Μια καθορισμένη περιοχή εντός της εκδήλωσης τονίζοντας ένα ειδικό προϊόν κατηγορία για το μάρκετινγκ και την έκθεση. Παρουσίαση ομάδας A 2) διαφορετικές εταιρείες με σκοπό την παραγωγή συλλέγονται αντίκτυπο.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Convention
- Catégorie : Conférences
- Company: CIC
0
Créateur
- Golgotha
- 100% positive feedback