Accueil > Term: plug-in
plug-in
Επεκτείνει τις δυνατότητες ενός προγράμματος περιήγησης Web, επιτρέποντας στο πρόγραμμα περιήγησης να εκτελέσετε τα αρχεία πολυμέσων. Ένα κομμάτι λογισμικού που προσθέτει δυνατότητες στο μεγαλύτερο κομμάτι του λογισμικού (συνήθως μικρή).
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Convention
- Catégorie : Conférences
- Company: CIC
0
Créateur
- Khrysaor
- 100% positive feedback