Accueil > Term: πηγές
πηγές
1) συνήθως χρησιμοποιείται πηγή πληροφοριών σχετικά με ένα θέμα? Δείτε επίσης πόρος. 2) τεκμηρίωση των πηγών που αναφέρεται σε ένα έγγραφο.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Education
- Catégorie : Enseignement
- Company: Teachnology
0
Créateur
- athinapt
- 100% positive feedback
(TRILOFOS, Greece)