Accueil > Term: διόγκωση (υλικά)
διόγκωση (υλικά)
Η αύξηση του όγκου της ένα πήγμα στερεών ή που συνδέονται με την απορρόφηση υγρών ή αερίων.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Agriculture
- Catégorie : Agriculture générale
- Company: USDA
0
Créateur
- Khrysaor
- 100% positive feedback