Accueil > Term: επιφανειακού εδάφους
επιφανειακού εδάφους
(i) το στρώμα του χώματος που μετακόμισε στην καλλιέργεια. Συχνά χαρακτηριστεί το Ap στρώμα ή Ap ορίζοντα. Δείτε επίσης επιφάνεια εδάφους. (ii) ύλη, πιθανώς γόνιμο έδαφος για topdress roadbanks, κήπους και χλοοτάπητες.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Sciences terrestres
- Catégorie : Science du sol
- Company: Soil Science Society of America
0
Créateur
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)