Accueil > Term: unipotent
unipotent
Αποτελεί μια ώριμη κελί τύπος. Για παράδειγμα, spermatogonial βλαστικά κύτταρα είναι unipotent, όπως μπορούν να σχηματίσουν μόνο σπερματοζωαρίων.
- Partie du discours : noun
- Secteur d’activité/Domaine : Médical
- Catégorie : Recherches sur cellules souches embryonnaires
- Company: EuroStemCell
0
Créateur
- MariaC387
- 100% positive feedback